Πριν από έναν μήνα περίπου κυκλοφόρησε, από το Ogdoo Music Group, ο καινούργιος δίσκος του Γιώργου Καζαντζή, «Κατάρτι κι ατμός», ένας ολοκληρωμένος κύκλος τραγουδιών με ερμηνευτή τον Βασίλη Λέκκα. Οι στίχοι φέρουν την υπογραφή των Σοφίας Κατζούρη, Ναντίνας Κυριαζή, Ισαάκ Σούση, Θοδωρή Γκόνη, Κατερίνας Σιάπαντα, Χρίστου Παπαδόπουλου, Μαίρης Σταθοπούλου, Γιάννη Μελισσίδη, Γιώργου Αθανασόπουλου, Ηλία Κατσούλη και του συνθέτη. Εκκινώντας από αυτό το γεγονός κάναμε μια συζήτηση με τον καταξιωμένο δημιουργό, που γρήγορα επεκτάθηκε και σε άλλα πολύ ενδιαφέροντα θέματα, πάντα βεβαίως σχετικά με τη μουσική.
Στο «Κατάρτι κι ατμός» υπάρχουν τέσσερα νέα τραγούδια και εφτά επανεκτελέσεις. Για ποιο λόγο κάνατε τις επανεκτελέσεις;
Πάντα θεωρώ τα τραγούδια μου αυτοτελείς οντότητες και μάλιστα ανήσυχες οντότητες σαν και μένα. Θεωρώ δηλαδή ότι τα τραγούδια έχουν άποψη και ζητούν πράγματα εάν τα αφουγκραστείς. Όταν λοιπόν συχνά τα αφουγκράζομαι, νιώθω ότι κάποια επιθυμούν μια διαφορετική εκφραστικότητα για να δώσουν όλους τους χυμούς τους. Αυτή η διαφορετική εκφραστικότητα είτε προσδιορίζεται στην ερμηνεία του τραγουδιστή είτε στην ενορχήστρωση. Στον δίσκο «Κατάρτι κι ατμός» που κάναμε με τον Βασίλη Λέκκα αναζήτησα τη διαφορετικότητα και στις δύο παραμέτρους. Άλλωστε η ιδέα ξεκίνησε από τις live συνεργασίες μας, όπου πρώτον η δική μου εντύπωση επικεντρώθηκε στην ερμηνευτική προσέγγιση του Βασίλη, που έδινε μιαν άλλη -επίσης ενδιαφέρουσα- γοητεία στα τραγούδια μου, και δεύτερον από τη διακαή επιθυμία του ίδιου να γίνει ένας δίσκος με ευρύτερη σύνθεση ορχήστρας.
Κάθε τραγούδι του δίσκου φέρει την υπογραφή ενός διαφορετικού στιχουργού. Πόση δυσκολία εμπεριέχει για τον συνθέτη το να συμπορευτεί καλλιτεχνικά με πολλούς διαφορετικούς ανθρώπους; Προτιμάτε αυτού του είδους την πολυσυλλεκτικότητα αντί της συνεργασίας μ’ έναν στιχουργό;
Αυτός που γράφει τελευταίος είναι και αυτός που ευθύνεται για το αν θα δέσει το τραγούδι σε ολοκληρωμένη οντότητα ή όχι. Στην περίπτωση λοιπόν που προηγείται ο στίχος έγκειται στον συνθέτη να ολοκληρώσει το τραγούδι, άρα, εφόσον ο στίχος είναι δεδομένος, δεν υπάρχει ανάγκη για περαιτέρω συνεργασία με τον στιχουργό και επομένως κάποια δυσκολία στη συμπόρευση. Άλλωστε στη δημιουργία δεν τίθεται θέμα δυσκολίας. Ή υπάρχει δημιουργία ή δεν υπάρχει. Εγώ δεν είχα ποτέ μέχρι τώρα την πολυτέλεια ενός ολοκληρωμένου στιχουργικού έργου για να δουλέψω (δεν μιλώ για τη «Μικρή Σουίτα» με την Κική Δημουλά γιατί εκεί επρόκειτο περί ποίησης). Υπήρχε βέβαια η επιθυμία από κάποιους στιχουργούς γι’ αυτό, αλλά έμεινε μόνο επιθυμία και στην πράξη δεν πραγματοποιήθηκε ποτέ. Οπότε το ενιαίο ύφος της δουλειάς, που εννοείται ότι αναζητώ, καλείται να το δώσει η μουσική, η ενορχήστρωση και σε κορυφαία θέση η ερμηνεία του τραγουδιστή. Σίγουρα θα έχει πολύ ενδιαφέρον να δουλέψω πάνω σε ένα ενιαίο έργο ενός στιχουργού, πράγμα που επιθυμώ πολύ!
Ο Βασίλης Λέκκας είναι ένας από τους αγαπημένους σας ερμηνευτές, όπως καταδεικνύουν οι συνεργασίες σας τόσο δισκογραφικά όσο και συναυλιακά όλα αυτά τα χρόνια. Θα ήθελα να μου τον σκιαγραφήσετε όχι μόνο ως καλλιτέχνη-συνεργάτη, αλλά και ως άνθρωπο.
Ο Βασίλης καταρχήν είναι ένας αρτιότατα προικισμένος τεχνικά τραγουδιστής. Η τεράστια έκταση της φωνής του με πλούτο αρμονικών σε όλο το φάσμα της, σε συνδυασμό με το ακριβέστατο κούρδισμα, την ευελιξία της και την αισθαντικότητά της, τον καθιστούν έναν σπουδαίο ερμηνευτή πολύ υψηλών προδιαγραφών. Αν προσθέσουμε σε αυτό την πολυδιάστατη ερμηνευτική του γκάμα και την τεράστια προίκα του από σπουδαίες συνεργασίες (Χατζιδάκις, Θεοδωράκης, Μαρκόπουλος, Σπάθας κ.λπ.) δεν έχουμε παρά να υποκλιθούμε. Όμως δεν σταματώ εδώ. Ο Βασίλης είναι ένας υπέροχος άνθρωπος, πολύ φιλοσοφημένος, με πολύ χιούμορ και βαθιά αισθητική αντίληψη. Έχει αστείρευτο πάθος γι’ αυτό που κάνει και αυτό τον κρατά πάντα σε εγρήγορση. Είμαι πολύ χαρούμενος που πρώτα από όλα είναι φίλος μου και πάνω σε αυτή τη φιλία χτίστηκαν όλες οι καλλιτεχνικές μας συνέργειες.
Ποιες από τις συνεργασίες που έχετε κάνει αγαπάτε λίγο περισσότερο;
Δύσκολη ερώτηση γιατί αγαπώ όλους ανεξαιρέτως τους συνεργάτες μου. Θα μπορούσα να ξεχωρίσω όμως, χωρίς να με παρεξηγήσουν οι υπόλοιποι, την αείμνηστη Κική Δημουλά που εκτός από τη συνεργασία μας στη «Μικρή Σουίτα» υπήρξαμε για οχτώ χρόνια και φίλοι με καθημερινή επικοινωνία. Τον Γιώργο Νταλάρα που ο δίσκος μας «Έρωτας ή τίποτα» μας έφερε πολύ κοντά και είχα την ευκαιρία να γίνουμε φίλοι και να γνωρίσω τον εσωτερικό πλούτο αυτού του τεράστιου καλλιτεχνικά ανθρώπου. Τον Μάνο Ελευθερίου που επίσης εκτός από τους στίχους του μου εμπιστεύτηκε και τη φιλία του για πολλά χρόνια. Τον φίλο, αδελφό θα έλεγα, Γιώργο Ανδρέου που θαυμάζω πολύ για το ταλέντο, τις γνώσεις και την οξυδέρκειά του. Τη Λιζέτα Καλημέρη, της οποίας η εξαίρετη ερμηνεία της σφράγισε τα τραγούδια μου, που αν και η συνεργασία μας στην «Πνοή του ανέμου» ήταν ο τέταρτος δίσκος μου, ουσιαστικά ένιωσα ότι τότε ξεκινούσα στο τραγούδι!
Ποιοι ήταν οι δημιουργοί-πρότυπο για εσάς που σας έκαναν ν’ ασχοληθείτε με τη μουσική;
Σίγουρα πρώτος απ’ όλους ο Μάνος Χατζιδάκις. Από μικρό με δονούσε και με ταξίδευε η μουσική του. Με συγκινούσαν και με συγκινούν πάντα οι ατμόσφαιρες που έφτιαχνε στα τραγούδια του και ο τρόπος που κινούσε τα διάφορα μουσικά όργανα. Από τον Μάνο ουσιαστικά, χωρίς να είμαι μαθητής του, έμαθα τον ρόλο της αντίστιξης μέσα στο τραγούδι ως έντεχνο εργαλείο. Οι μεγάλοι άγνωστοι δημιουργοί μνημειωδών έργων της παραδοσιακής μας μουσικής, που πάντα με απασχολούσε το γεγονός ότι ήταν οι μεγάλοι αδικημένοι γιατί καταδικάστηκαν στην ανωνυμία και δεν τους πιστώθηκε ποτέ το έργο τους. Από τους κλασικούς ο Τσαϊκόφσκι και ο Σοστακόβιτς και από δυτικές επιρροές οι Μπιτλς.
Πώς συγκεράσατε το Πολυτεχνείο και τη δουλειά σας ως τοπογράφου μηχανικού με τη μουσική;
Στο Πολυτεχνείο μπήκα χωρίς να το επιθυμώ. Όμως αγάπησα τελικά τη δουλειά μου, η οποία με βοήθησε πολύ στην οργάνωση και τον συντονισμό και των μουσικών μου δραστηριοτήτων. Θυμάμαι χαρακτηριστικά ότι όταν πρωτομπήκα στο στούντιο του αείμνηστου Νίκου Παπάζογλου για την ηχογράφηση της «Πνοής του ανέμου» με τη Λιζέτα Καλημέρη, παρουσιάστηκα με οργανόγραμμα των ηχογραφήσεων (υπήρχε εντολή από τη «Λύρα» τότε για όσο γίνεται χαμηλότερο κόστος) και με κοιτούσαν όλοι περίεργα. Αργότερα διαπίστωσα με μεγάλη μου χαρά ότι με ακολούθησαν πολλοί συνάδελφοί μου ενορχηστρωτές χρησιμοποιώντας οργανογράμματα. Πάντα ήθελα να έχω ένα βιοποριστικό επάγγελμα έτσι ώστε να μη στηρίζομαι οικονομικά στη μουσική μου και να μην κάνω εκπτώσεις. Βέβαια το σύμπαν με αποζημίωσε για την επιλογή μου αυτή, γιατί τα τελευταία δέκαεφτά χρόνια της θητείας μου ως μηχανικού στον Δήμο Καλαμαριάς τα πέρασα και ως καλλιτεχνικός διευθυντής στον πολιτισμό του δήμου και έτσι ήμουν πιο κοντά στο βαθύτερα βιωμένο καλλιτεχνικό μου αντικείμενο.
Έχετε συνθέσει μουσική για το θέατρο, τον κινηματογράφο και την τηλεόραση. Υπάρχει κάποια μέθοδος με την οποία προσεγγίζετε το κάθε είδος, καθώς σίγουρα απαιτείται διαφορετική αντιμετώπιση για το καθένα;
Στο θέατρο, αφού διαβάσω πολύ καλά το κείμενο, πηγαίνω και παρακολουθώ πρόβες στο στάδιο μετά την ανάγνωση, όταν δηλαδή αρχίζουν και χρωματίζουν καλά οι ηθοποιοί τις φωνές τους. Εκεί αποτυπώνω τις ατμόσφαιρες από τους διαλόγους και προσπαθώ να ανακαλύψω την κρυμμένη μουσική. Πολλές φορές τούς ηχογραφώ και μεταφέρω αυτές τις ατμόσφαιρες στο στούντιο.
Στον κινηματογράφο και στην τηλεόραση υπάρχει μια συνάφεια. Η δουλειά εδώ είναι καθαρά στουντιακή. Υπάρχει το υλικό (εικόνα και διάλογοι) περασμένο στο πρόγραμμα που δουλεύω και κάτω από αυτό το υλικό χτίζω τις μουσικές μου. Αυτή η διαδικασία είναι πολύ συναρπαστική για μένα, γιατί έχω μια ιδιαίτερη σχέση καταρχήν με τον χώρο μου, είναι μια αίσθηση που αγγίζει τον μεταφυσικό μου κόσμο, δηλαδή η αίσθηση ότι μέσα στον αποστειρωμένο και αυστηρά περιορισμένο χώρο των τεσσάρων τοίχων του στούντιο δημιουργείται ένα απέραντο σύμπαν μουσικής που προορίζεται να ταξιδέψει σε όλα τα μήκη και πλάτη του κόσμου. Αυτή η αίσθηση και μόνο τρέφει το όραμά μου. Από την άλλη η δυνατότητα αναπαράστασης μέχρι και συμφωνικού συνόλου μέσα σε αυτόν τον χώρο, σε συνδυασμό μουσικών και τεχνολογίας, είναι κάτι μαγικό. Είμαι λάτρης της έμψυχης χρήσης της τεχνολογίας και λέω έμψυχης γιατί η τεχνολογία, λόγω του πλούτου χρήσεων που σου προσφέρει, αν τη χρησιμοποιήσεις άψυχα και αλόγιστα θα σε εκτρέψει εύκολα από τον μοναδικό δρόμο που καλείται να έχει η τέχνη, αυτόν που στοχεύει και οδηγεί στην ψυχή του ανθρώπου.