Το να κάνεις καλό τραγούδι στην Ελλάδα σήμερα, θέλει ρίσκο, υποστηρίζουν ο συνθέτης Γιώργος Καζαντζής και ο τραγουδοποιός Παντελής Θαλασσινός μιλώντας στο tvxs με αφορμή τις κοινές τους εμφανίσεις δύο Πέμπτες (23 Φεβρουαρίου και 2 Μαρτίου) στον Σταυρό του Νότου.

Καταξιωμένοι κι οι δύο στον χώρο τους, σκύβουν με αγάπη πάνω στο ελληνικό τραγούδι και παρά τη μονόπλευρη θέαση που έχει η βιομηχανία και τα ΜΜΕ συχνά στα τραγούδια που προωθούν, τα δικά τους έχουν αντέξει στο χρόνο.

Οι δυο τους συνδέθηκαν περισσότερο, με τα «Αινίγματα» έναν δίσκο που αξίζει να ανακαλύψετε, με τραγούδια του Γ. Καζαντζή και του Κ. Φασουλά που ερμηνεύει ο Παντελής Θαλασσινός, τον οποίο θα παρουσιάσουν μεταξύ άλλων τραγουδιών του ρεπερτορίου τους στα live. Οι δυο τους καλούν σε ένα  μουσικό ταξίδι στον κόσμο των δύο δημιουργών όπου «Τα σμυρνέικα τραγούδια» μπλέκουν αρμονικά με τις «Μέλισσες» και ο «Χειμωνανθός» με τα «Καράβια χιώτικα» και τους «Δείκτες».

Τι είναι αυτό που σας συνδέει καλλιτεχνικά εκτός από το προφανές, ότι υπηρετείτε το καλό ελληνικό τραγούδι;

Γ.Κ. Με τον Παντελή έχουμε μεγάλη ταύτιση στην αισθητική μας. Βλέπουμε δηλαδή το τραγούδι ως προϊόν ψυχικής επικοινωνίας, ως κώδικα μιας άυλης συνομιλίας μεταξύ δημιουργού – ακροατή και ως τέτοιο δεν μπορούμε να το μετρήσουμε εμπορικά. Αυτή η οπτική καθορίζει και τις ατμόσφαιρες μέσα στις οποίες κινούνται οι μουσικές μας, αυτό είναι και η συνδετική ύλη που έδεσε τη φωνή του Παντελή με τη μουσική μου στα «Αινίγματα».

Π.Θ. Ο καθένας κάνει τραγούδια ανάλογα με τα γούστα του, Η διαφορά είναι κατά πόσο ασχολείσαι με αυτό που πραγματικά σε συγκινεί και ότι δεν έχεις το μυαλό σου τον αποδέκτη. Το τραγούδι για να είναι σοβαρό πρέπει πρώτα από όλα να πληροί τις δικές σου προσδοκίες. Αν κάνεις τραγούδια μόνο και μόνο για να τραγουδηθούν από τον κόσμο τότε κάτι δεν πάει καλά με τη σχέση σου με αυτά. Πέφτεις στην ευκολία κι έχεις σχέση μόνο με τον αποδέκτη κι όχι με το τραγούδι σαν τέχνη.

Ποια είναι η ιστορία του δίσκου σας;

Γ.Κ. Ο Κώστας Φασουλάς που υπογράφει όλους τους στίχους, τους έστειλε πριν μερικά χρόνια αλλά με βρήκε σε περίοδο δυστοκίας. Έκανε λοιπόν κάτι που με συγκίνησε. Γνωρίζοντας ως ραδιοφωνικός παραγωγός όλη την οργανική μου μουσική, βρήκε συνάφεια μεταξύ δύο οργανικών μου και δύο στίχων του, με ξεκόλλησε από την δυστοκία και έτσι συνέχισα και έγραψα όλα τα κομμάτια. Από το παρανάλωμα μουσικής και στίχων ακούγαμε να αναδύεται  η φωνή του κοινού μας αγαπημένου φίλου του Παντελή θαλασσινού. Ο Παντελής ενθουσιάστηκε και έτσι δημιουργήθηκαν τα “Αινίγματα”.

Π.Θ. Ο δίσκος μας έγινε από 3 ανθρώπους που αλληλο-εκτιμώμεθα. Τα τραγούδια αυτού του δίσκου έγιναν για να ικανοποιήσουν τους δημιουργούς τους, τον Γιώργο και  τον Κώστα και μου ζητήθηκε να τα ακούσω και αν μου άρεσαν να τα τραγουδήσω. Το θεώρησα μεγάλη τύχη γιατί ήταν όλα ένα κι ένα. Ηχογραφήθηκαν στο στουντιο του Γιώργου Καζαντζή σε ενορχήστρωση δίκη του κι έπαιξαν μουσικοί ξεχωριστοί στο είδος τους.

Πως επιλέξατε τα τραγούδια που θα ακούσουμε στον Σταυρό;

Π.Θ. Επιλέγουμε με γνώμονα την αγάπη μας για αυτά. Π.χ. Ζήτησα από τον Καζαντζή να πω κάποια δικά του που τα αγαπώ πολύ και απ τα δικά μου διάλεξε και εκείνος κάποια να είναι στο πρόγραμμα. Έτσι μ’ αυτόν τον τρόπο ποτέ δε θα κάνεις διεκπεραίωση. Θα τα ζήσουμε στη στιγμή τους.

Γ.Κ. Με φόντο και αφορμή τον κοινό μας δίσκο, ενώνουμε τα τραγούδια μας σε μια συναυλία. Η ροή είναι φτιαγμένη έτσι που να ανταποκρίνεται στην αναζήτηση του κόσμου που θα έρθει να μας ακούσει, με μια διάθεση τα “Σμυρνέικα τραγούδια” να σμίξουν με τις “Μέλισσες”, Ο “Χειμωνανθός” με τα “Καράβια χιώτικα” το “Να αγαπάς” με το “Ηταν αέρας” και τους ”Δείκτες”….

Ποιες είναι οι δυνατότητες ενός καλού τραγουδιού να φτάσει στους ακροατές του σήμερα;

Γ.Κ. Μου φαίνεται ότι στην ερώτησή σας ενυπάρχει η διαπίστωση ότι σήμερα κάτι έχει αλλάξει. Το τραγούδι για να φτάσει από το δημιουργό στον ακροατή του ακολουθεί μία διαδρομή. Αυτή η διαδρομή περιελάμβανε κάποτε την ζωντανή επικοινωνία, την δισκογραφία και το ραδιόφωνο! Μέχρι τότε όλα καλά και σχετικώς υγιή. Το καλό τραγούδι ήταν επιδίωξη και των εταιρειών και έφτανε με τις ευλογίες τους στον αποδέκτη.

Σήμερα στη διαδρομή του ταξιδιού προς τον ακροατή έχουν προστεθεί με κυρίαρχο ρόλο η τηλεόραση και τα media σε άρρηκτη σχέση με τις εναπομείνασες κυρίαρχες δισκογραφικές εταιρείες. Όλα αυτά με μόνο αυτοσκοπό το κέρδος και με την λανθασμένη άποψη ότι  το καλό δεν είναι και εμπορικό, εμπορευματοποιούν (πλην ελαχίστων εξαιρέσεων) το τραγούδι και  αλλάζουν το αισθητικό κέντρο του ακροατή. Το καλό τραγούδι λοιπόν που έχει κάτι καινούριο να πει, που σε ταξιδεύει και σε αποκαλύπτει αλλά δεν αναμασά τετριμμένα, μοιραία αποκλείεται από αυτήν την διαδρομή!

Π.Θ. Εξαρτάται πόσο καιρό θα είναι στην εκτίμηση του κόσμου. Το θέμα είναι να κάνεις τραγούδια που δε θα ντρέπεσαι για αυτά όσος καιρός κι αν περάσει. Είναι σπάνιο αλλά και τυχαίο να φτάσει στον κόσμο ναι να αγαπηθεί ένα τραγούδι, για τον απλούστατατο λόγο ότι όλοι μας δεν έχουμε τα ίδια γούστα. Πάντως ορθολογιστικά δεν μπορεί κανείς να προβλέψει μια επιτυχία.

Γιατί τα ραδιόφωνα μοιάζει να μην αγαπούν πολύ την ανατολή και την παράδοση αν δεν συνοδεύεται με ποπ ηχοχρώματα;

Π.Θ. Τα ραδιόφωνα πλέον παίζουν για την ακροαματικότητα. Πέρασε ο καιρός που ακούγαμε στα ραδιόφωνα σπάνια τραγούδια. Χάσαμε τη μπάλα, από τότε που μπήκαν τα play lists. Διαλέγουν ένα τραγούδι από μια ολοκληρωμένη δουλειά και παίζουν. Ακυρώνουν τα υπόλοιπα.

Να σας δώσω ένα παράδειγμα.. Αν έβγαινε τώρα η Ρωμιοσύνη θ ακούγαμε μόνο το «Όταν σφίγγουν το χέρι». Δεν αγαπούν πολλά πράγματα, όχι μόνο την παράδοση. Δεν αγαπούν τις παλιές ένδοξες πρώτες εκτελέσεις και παίζουν πολλές διασκευές.

Γ.Κ. Γιατί ακριβώς θεωρούν ότι τα ποπ ηχοχρώματα είναι πιο εύπεπτα από τον ακροατή άρα πιο εμπορικά. Λάθος… έχω να αντιπαραθέσω τις “Μέλισσες”, ένα τραγούδι με όλα τα στοιχεία του έντεχνου τραγουδιού, με αντιστίξεις, πολυρυθμίες, στριφνές συγχορδίες, ποιητικό στίχο… και όμως υπήρξε και εμπορική επιτυχία απλά επειδή έφτασε στα αυτιά του Έλληνα, που το αγάπησε, γιατί το πίστεψαν κάποιοι άνθρωποι στα media.

Κοιτάξτε, το να προωθήσεις ένα τραγούδι που έχει κάτι νέο να πει και θα βάλει ένα λιθαράκι ακόμα στο οικοδόμημα του ελληνικού τραγουδιού, θέλει ρίσκο. Και το marketing δε ρισκάρει. Αλίμονο όμως, το τραγούδι που πάντα έτρεφε την ψυχή του Έλληνα και ήτανε δίπλα του σαν φάρος στις δύσκολες στιγμές της χώρας μας, να διαμορφώνεται σήμερα από ένα στείρο άψυχο και τοξικό marketing.

Πως είναι να ζείτε και να δημιουργείτε στην Ελλάδα του 2023;

Γ.Κ. Το να ζεις σήμερα στην Ελλάδα είναι πολύ δύσκολο, το βιώνουμε όλοι μας. Βέβαια σήμερα η δεξαμενή των δικών μου ερεθισμάτων στο πεδίο της δημιουργίας μου, έχει γεμίσει ασφυκτικά από ερεθίσματα. Βομβαρδίζομαι καθημερινά, όπως όλοι μας άλλωστε, από το αδιανόητο άδικο, την ασέβεια προς τον άνθρωπο, προς το περιβάλλον και το δημιούργημα. Με ξεπερνά η στείρα σκέψη των συνανθρώπων μου χωρίς όραμα, η βαρβαρότητα, η αυταρέσκεια, ο ναρκισσισμός και η έλλειψη ουσίας στην σχέσεις των ανθρώπων. Έχω λοιπόν πολύ υλικό για να εκφράσω και να σταθώ απέναντί σε όλα αυτά. Πρέπει να είμαι ευχαριστημένος που η Ελλάδα του σήμερα μου παρέχει όλα αυτά τα ερεθίσματα;

Π.Θ. Η δημιουργία είναι για μένα πασατέμπος, δηλαδή, περνάω την ώρα μου κάνοντας κάτι σημαντικό. Η δημιουργία είναι η διαφυγή μου από διάφορες κακές δραστηριότητες. Όπως η τηλεόραση η τα χαζό ξενύχτια. Η δημιουργία μπορεί να ναι το απόσταγμα ενος βιβλίου, ή μιας συζήτησης με φίλους. Μου αρέσει επίσης και το ποδόσφαιρο.

Ένα σχόλιο για τις δυναμικές κινητοποιήσεις των καλλιτεχνών των τελευταίων ημερών…

Π.Θ. Τι να πρωτοπώ! Νιώθω ότι με τις μεθόδους τους κάνουν τέρατα. Κινητοποιήσεις τεράστιες έχουν διαλυθεί με χημικά και με την εμπλοκή των «γνωστών – αγνώστων» και τα αιτήματα και τα συνθήματα εξαφανίζονται. Δεν κωλώνουν πουθενά αρκεί να πετύχουν το έργο τους. Το οποίο είναι ο πλουτισμός με νόμο. Υπάρχει μία τεράστια απόσταση από αυτούς που κάνουν τέχνη με αυτούς που κάνουν πολιτική. Ο κόσμος θα ήταν διαφορετικός παντού αν άκουγαν τους ποιητές τους μουσικούς και του φιλοσόφους, και αν έσκυβαν πάνω απ το λαό.  Έχω τραγουδήσει ένα τραγούδι της Βέρας Βασιλείου-Πέτσα και του Μιχάλη Τερζή που το βρίσκω πολύ προφητικό και λέει «Σιωπά όποιος το μάταιο γνωρίζει»

Γ.Κ. Ο πολιτισμός βάλλεται σε όλες του τις εκφάνσεις και σε όλα του τα στάδια. Από την παιδεία μέχρι τις κορυφαίες μορφές έκφρασης. Είναι ολοφάνερο γιατί γίνεται αυτό. Η τέχνη, όπως είπα και παραπάνω ειδικά για τη μουσική, ευαισθητοποιεί, εξαγνίζει και αποκαλύπτει. Σε βάζει σε ένα δρόμο ψηλάφησης της καταγωγή σου σαν άνθρωπος η οποία σου φανερώνει μόνο αλήθειες. Η αλήθεια όμως είναι εμπόδιο στο κέρδος, του χαλάει το αφήγημα. Η αλήθεια έχει συναίσθημα, το κέρδος όχι… απλά πράματα. Τα δυο τους είναι σε κόντρα, πως να συνυπάρξουν; Το κέρδος έχει χρήμα, άρα δύναμη, άρα εξουσία (νομίζει), και με αυτήν την εξουσία λοιπόν επιχειρεί να εξαφανίσει την αλήθεια.

Στη χώρα που γέννησε την τέχνη και τον πολιτισμό θα έπρεπε από κτήσεως του κράτους να είχαν ιδρυθεί Ακαδημίες σε πανεπιστημιακό επίπεδο όλων των μορφών τέχνης. Αντ’αυτού έχουμε το σήμερα επίμαχο Π.Δ. Είναι ξεκάθαρο ότι η εξίσωση των πτυχίων με αποφοίτους λυκείου έγινε για να στρέψει τους σπουδαστές στα ιδιωτικά κολέγια. Δικαίως λοιπόν αντιδρούν δυναμικά τα παιδιά και όλος ο καλλιτεχνικός κόσμος, είμαι μαζί τους με ό,τι κι αν σημαίνει αυτό.